Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η σημερινή συζήτηση με πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα εθνικά θέματα και την εξωτερική πολιτική έρχεται σε μία χρονική περίοδο έντασης και ρευστότητας.
Σε μια περίοδο όπου η κρίση, εγείρει νέους ανταγωνισμούς, γύρω από τα ενεργειακά αποθέματα, γύρω από τα νομισματικά αποθέματα, ανταγωνισμοί που ήδη αναδιατάσσουν τις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες.
Ο μεγάλος ιστορικός Ερικ Χομπσπμάουμ, στην «εποχή των άκρων», έγραφε ότι «ο 20ος αιώνας δεν τελείωσε καλά». Ίσως γιατί δεν είχε προλάβει να δει πως θα άρχιζε ο 21ος .
Ζούμε μέσα σε ένα ρευστό και τεταμένο διεθνές κλίμα, που ιδιαίτερα για τη περιοχή της Μεσογείου, γεννά δικαιολογημένους φόβους για την ειρήνη και τη σταθερότητα.
Συζητάμε σήμερα για τα εθνικά θέματα αλλά και για πρώτη φορά σε αυτή την αίθουσα υπό καθεστώς, για να χρησιμοποιήσω μια αγαπημένη σας έκφραση κε πρωθυπουργέ, «μειωμένης εθνικής κυριαρχίας», εξαιτίας δικών σας επιλογών.
Επιλογών που οδηγούν τη χώρα και το λαό σε οικονομική, κοινωνική και ηθική χρεοκοπία.
Βεβαίως εσείς κε πρωθυπουργέ, μιλάτε για μειωμένη εθνική κυριαρχία, προκειμένου να τρομοκρατήσετε τον ελληνικό λαό, κάθε φορά που μία νέα δέσμη απαράδεκτων και επώδυνων μέτρων έρχεται να ανατρέψει τις ζωές, τις κατακτήσεις δεκαετιών, των Ελλήνων εργαζόμενων.
Εμείς όμως θα σας λέγαμε ότι η πολιτικές σας επιλογές, οι επιλογές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της ΝΔ, τόσο στα θέματα της οικονομίας όσο όμως και της εξωτερικής πολιτικής, είναι αυτές που μας οδήγησαν σε απώλεια της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας.
Και σε ότι έχει να κάνει με τη κυριαρχία και την ανεξαρτησία της χώρας, εδώ και χρόνια, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, υλοποιώντας το ανιστόρητο και πλήρως αναποτελεσματικό στις μέρες μας, δόγμα του «ανήκουμε εις τη δύση», έχετε συνομολογήσει να εκχωρήσετε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο ΝΑΤΟ.
Σε μια συμμαχία που εξυπηρετεί τα στενά Ατλαντικά συμφέροντα, καταστρατηγώντας το διεθνές δίκαιο, οδηγώντας τους λαούς σε συγκρούσεις και σε πολέμους.
Σε μια συμμαχία που σήμερα παίζει το ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και επιχειρεί να επιβάλει με τη βία τη νέα παγκόσμια τάξη.
Γύρω μας οι παγκόσμιες ισορροπίες αλλάζουν. Αναδιατάσσονται οι συσχετισμοί δύναμης κι όμως εσείς επιμένετε να ξεκινάτε τη συζήτηση από το δεδομένο, ότι η χώρα θα βρίσκεται διαρκώς υπό τη σκέπη του παγκόσμιου χωροφύλακα.
Μια επιλογή που ιδίως μετά την επικύρωση του νέου δόγματος του ΝΑΤΟ, εγκυμονεί βαρύτατους κινδύνους, τόσο για την εθνικά μας ανεξαρτησία, όσο όμως και για τη λαϊκή κυριαρχία.
Αυτό όμως κύριε Σαμαρά και εσείς κε Καρατζαφέρη, που σας άκουσα ιδιαίτερα ανήσυχους για τους εθνικούς κινδύνους, δεν άκουσα να σας ανησυχεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Είναι προφανές ότι στις νέες συνθήκες απαιτείται ριζικός αναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής.
Χρειάζεται μια νέα «εθνική στρατηγική», πολυδιάστατη και ενεργητική και όχι μονοδιάστατη και παθητική.
Μια «εθνική στρατηγική», που δε θα αποδέχεται μονόδρομους, ούτε θα υιοθετεί την αντίληψη να κλειστούμε στο καβούκι μας, μέχρι να έρθουν καλύτερες μέρες.
Μια ενεργητικά φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, απαλλαγμένη από τον Ατλαντισμό, διεκδικητική εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ικανή να οικοδομεί περιφερειακές συνεργασίες, μακριά από εμπλοκή σε πολέμους και σε πολεμικά σενάρια, ιδιαίτερα στην ταραγμένη περιοχή μας.
Εσείς, όμως, κύριε πρωθυπουργέ έχετε επιλέξει και στην εξωτερική πολιτική τον Ατλαντισμό.
Βαρύνεται η κυβέρνηση σας με την αποδοχή του νέου δόγματος της Συμμαχίας, με το οποίο συμφωνεί και η Ν.Δ. και το ΛΑΟΣ.
Υποστηρίζετε τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στην Αν. Ευρώπη και στα Βαλκάνια.
Δεν βρίσκουν «ευήκοα ώτα» στην κυβέρνηση, αλλά ούτε στην αξιωματική αντιπολίτευση, το αίτημα της αριστεράς για απεμπλοκή της χώρας μας από τον βάρβαρο πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Στηρίζετε τη συνεργασία της Ε.Ε. με το ΝΑΤΟ, δηλαδή τη διαιώνιση του ευρωατλαντισμού και την ίδια ώρα προσπαθήτε να δώσετε και μαθήματα ευρωπαϊσμού και διεθνισμού στην αριστερά.
Όμως είναι καιρός, ακόμα και σε μία συζήτηση ολίγων ωρών, να δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν ορισμένες αλήθειες ή να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο της Βουλής κάνει λόγο για «μυστική διπλωματία».
Καταρχήν θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η πολιτική της συνεννόησης και των συμβιβασμών είναι σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Προκειμένου όμως ένας συμβιβασμός να είναι πετυχημένος, δε μπορεί να είναι αποτέλεσμα φόβου ή αδυναμίας, αλλά αποτέλεσμα επιλογής, μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής.
Το πρόβλημα λοιπόν κε πρωθυπουργέ, δεν είναι αν συζητάτε με τη Τουρκία ή αν συζητάτε μυστικά.
Το πρόβλημα είναι αν έχετε στόχο και ποιος, ποια διαδικασία πολιτική, νομιμοποιεί το στόχο αυτό.
Στα πλαίσια μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής με στόχο την ειρηνική επίλυση των διαφορών, απαιτείται να χρησιμοποιεί κανείς τη πολιτική των διαπραγματεύσεων και της διπλωματικής πίεσης, ταυτόχρονα όμως κλείνοντας τις διόδους και καθιστώντας σαφές προς την άλλη πλευρά, ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από τη διπλωματική διαπραγμάτευση και το διεθνές δίκαιο και μάλιστα χωρίς κόστος.
Εσείς τι από όλα αυτά κάνετε; Ποιος είναι ο στόχος σας;
Πολύ φοβάμαι ότι δεν είστε σε θέση να απαντήσετε ευθέως, ακριβώς γιατί δεν έχετε διακηρύξει τους στόχους σας.
Συνεπώς, εδώ θα διαφωνήσω με τον κο Σαμαρά, δεν πρόκειται για μυστική ή κρυφή διπλωματία.
Πρόκειται για κάτι χειρότερο. Πρόκειται για προσωπική διπλωματία. Για διπλωματία των προσωπικών επαφών, των ταξιδιών και των κατ ιδίαν κλειστών συνομιλιών.
Πρόκειται για προσωπική πολιτική με όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται μία τέτοια πολιτική.
Και θα ήθελα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να γίνω πιο συγκεκριμένος, κάνοντας αναφορά στο φλέγον θέμα των ημερών, που αφορά το αδιαμφισβήτητο δικαίωμα της χώρας να έχει αποκλειστική οικονομική ζώνη.
Δεν του έφτανε του Καστελόριζου που έγινε η καρτ ποστάλ της εισβολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην χώρα, του έτυχε τώρα να είναι πρωταγωνιστής και στο θέμα των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών.
Δεν είμαστε καθόλου σίγουροι- για πολλούς λόγους- αν θα καταφέρει η Τουρκία να παίξει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης, μάλλον υπερεκτιμά τις δυνατότητες της.
Το ζήτημα, όμως, είναι εμείς τι κάνουμε.
Από όσα ακούσαμε σήμερα, μάλλον δεν κάνουμε απολύτως τίποτε και στο θέμα της συγκεκριμένης αποκλειστικής ζώνης. Έχουμε αφήσει αυτήν την συγκεκριμένη ΑΟΖ να την αναγνωρίσει ένα τρίτο κράτος πρώτα!
Άποψή μας και σε αυτό το θέμα τριβής και διαφωνίας με την Τουρκία, είναι ότι δεν είναι δυνατόν να παρακάμπτεται το Διεθνές Δίκαιο.
Το θέμα όμως, επαναλαμβάνω, δεν είναι τι κάνει η Τουρκία, είναι και το τι κάνει ή μάλλον το τι δεν κάνει η Ελλάδα.
Και εδώ θα ήθελα να καταθέσω μια σειρά από ερωτήματα που αναδεικνύουν, ακριβώς, το έλλειμμα πολυδιάστατης και ενεργητικής εθνικής στρατηγικής.
• Πρώτο ερώτημα : Γιατί η Τουρκία, μπορεί και παίρνει πρωτοβουλίες και επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα και οριοθετεί Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στη Μαύρη Θάλασσα, στα Βόρεια σύνορά της και η Ελλάδα δεν το κάνει στο Ιόνιο, Δυτικά;
• Δεύτερο ερώτημα: Γιατί λοιπόν η Αλβανία ενώ υπέγραψε συμφωνία με την Ελλάδα για τον καθορισμό ΑΟΖ, μεταξύ τους, μονομερώς την ακυρώνει, με προσφυγή στο Συνταγματικό της δικαστήριο που στήριξε ο κος Ράμα, που ανεβαίνατε μαζί του στα προεκλογικά μπαλκόνια, κε Παπανδρέου και η κυβέρνησή σας δεν αντέδρασε; Ενώ ήξερε τα τεκταινόμενα, δεν έφερε το θέμα για κύρωση στη βουλή και κυρίως, σαν να μη συμβαίνει τίποτα έδωσε απλόχερα στην Αλβανία ότι ζητούσε. Έτσι, λοιπόν, η Αλβανία δικαιούται να συνεχίζει απρόσκοπτα σήμερα την πορεία της προς την ΕΕ, ενώ αποσύρεται από τη συμφωνία για τον καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ελλάδα;
• Τρίτο ερώτημα : Εντάξει στο θέμα του Καστελορίζου δικαιολογούνται προσεχτικοί χειρισμοί. Στο θέμα της Γαύδου όμως; Γιατί δεν προχωράμε στον καθορισμό ΑΟΖ με τη Λιβύη, που να συμπεριλαμβάνει τα δικαιώματα της Γαύδου; Τι ακριβώς κάνετε όταν πηγαίνετε στη Τρίπολη και συναντιέστε μα τον Μουαμάρ Καντάφι;
• Τέταρτο ερώτημα : ¨Έχετε τουλάχιστον βγάλει κάποια συμπεράσματα, έχει διδαχτεί κάτι η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική από τη μεθοδική προσπάθεια της κυπριακής κυβέρνησης σε αυτά τα ζητήματα; Αν ναι, τότε πηγαίνετε μέχρι τη Λευκωσία, να συνεννοηθείτε με τη Κυπριακή κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Μία χώρα σαν την δική μας, που έχει έλλειμμα εθνικής στρατηγικής, που δεν έχει δόγμα εξωτερικής πολιτικής, που έχει υποχωρήσει από την πολιτική που είχε μέχρι το 1990 με τον αραβικό κόσμο και είναι εγκλωβισμένη στο τρίγωνο ΟΗΕ- Ευρωπαική Ένωση-ΝΑΤΟ, είναι απόλυτα φυσικό στα νέα γεωπολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά δεδομένα να αντιμετωπίσει δυσκολίες.
Ο ΟΗΕ απαξιώθηκε από τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση τρώει τις σάρκες της και αναζητά πειραματόζωα για να περάσει όλες τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Το ΝΑΤΟ παραμένει ο ίδιος ιμπεριαλιστικός μηχανισμός, που επιθυμεί να έχει τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα.
Θα περίμενε κανείς πως τουλάχιστον τώρα, θα εκμεταλλευόμασταν το άξιο δυναμικό μας στο διπλωματικό σώμα. Απεναντίας, η κυβέρνηση φρόντισε να το απαξιώσει, να μην το συμβουλεύεται για κανένα θέμα, να του μειώσει δραματικά τους μισθούς και τα επιδόματα.
Ακόμα και αυτή την πολύ σοβαρή πρόταση για μόνιμο υπηρεσιακό υφυπουργό Εξωτερικών προερχόμενο από το διπλωματικό σώμα, που θα διασφαλίζει έστω και λίγο μία συνέχεια στην εξωτερική πολιτική της χώρας, την ξεχάσατε.
Θα περίμενε κανείς πως τουλάχιστον σε αυτό το πλαίσιο, η χώρα μας θα είχε την ευφυΐα να τονίσει και να εκμεταλλευτεί τη διμερή άποψη στην διπλωματία, να έχει τις κατάλληλες διμερείς σχέσεις.
Δεν το κάνατε ούτε αυτό.
Φτάσαμε στο σημείο να έχουμε άριστες διμερείς σχέσεις με μία μόνο χώρα, το Ισραήλ. Τη χώρα δηλαδή που είναι σε εμπόλεμη κατάσταση με τρεις γειτονικές χώρες, έχει πυρηνικά όπλα και επιθυμεί να κάνει τον χωροφύλακα στον άλλο μισό πλανήτη.
Υποδεχτήκαμε μετά Βαΐων και κλάδων ακόμα και αυτό το ακροδεξιό λουλούδι τον κ. Λίμπερμαν, τον οπαδό των εθνοκαθάρσεων.
Και όλα αυτά στο όνομα μιας παρωχημένης αντίληψης ότι ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος.
Μόνο που η συναναστροφή με τέτοιους φίλους εγκυμονεί βαθύτατους κινδύνους για τη χώρα και το λαό και αναρωτιέμαι με ποιο δικαίωμα κάνατε μια τόσο μεγάλη στροφή στην εξωτερική πολιτική της χώρας, δίχως να ρωτήσετε κανέναν.
Την ίδια στιγμή που αναγνωρίζετε ότι βασικό εργαλείο επίλυσης των διαφορών για την Ελλάδα, είναι το Διεθνές δίκαιο, επιδιώκετε την υποστήριξη μιας χώρας που παραβιάζει διαρκώς και κατ εξακολούθηση το διεθνές δίκαιο.
Και το σημαντικότερο, απαξιώνετε μια σχέση δεκαετιών με τον Αραβικό κόσμο. Στρέφετε τον αραβικό κόσμο ενάντια στη χώρα και στο λαό μας.
Όλα αυτά, βέβαια, στο όνομα ενός γιγαντιαίου κοιτάσματος για το οποίο ακόμα δεν έχουμε δει κανένα επίσημο στοιχείο.
Όλα αυτά στο όνομα του fast track, όλα αυτά στο όνομα ενός «νέου ενεργειακού πολέμου», που όποιος νομίζει πως νικητές θα είναι κράτη και όχι τεράστιες πετρελαϊκές εταιρείες, κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
Και θα ήθελα σε αυτό το σημείο να τοποθετηθώ για όσα γράφονται και λέχτηκαν σήμερα εδώ για την Ελλάδα, τα κοιτάσματα πετρελαίου και υδρογονανθράκων.
Για εμάς είναι εξαιρετικά ανησυχητική αυτή η ξαφνική ανακάλυψη από τη κυβέρνηση και διάφορους ειδικούς επιστήμονες, που επι δεκαπέντε χρόνια δεν έγραφαν λέξη, αλλά τώρα ανακάλυψαν πόσο πλούσια μπορεί να γίνει η χώρα από τους υδρογονάνθρακες.
Από εκεί που το μεγαλύτερο μας κοίτασμα αυτό του πρίνου, παράγει δύο με δυόμισι χιλιάδες βαρέλια την ημέρα, ως δια μαγείας, η κυβέρνηση, είναι πλέον πεπεισμένη, δια της επιφοιτήσεως του πνεύματος της Ελληνοτουρκικής συνεκμετάλλευσης ότι η χώρα μας διαθέτει κοιτάσματα τουλάχιστον δισεκατομμυρίου βαρελιών.
Μακάρι να πέφτουμε έξω αλλά πολύ αμφιβάλουμε για του λόγου το αληθές.
Σε κάθε περίπτωση ανησυχούμε ότι πίσω από το κλίμα για τη πετρελαιοθάλασσα του Αιγαίου, κρύβεται η σκοπιμότητα να καλλιεργηθεί ένα κλίμα ότι η επίλυση των διαφορών στη βάση του διεθνούς δικαίου είναι δευτερεύον ζήτημα, μπροστά στη προοπτική σωτηρίας της χώρας από τα πετροδολάρια που θα μοιραστούμε με τους γείτονες.
Πρόκειται για μια άκρως επικίνδυνη προσέγγιση.
Η συνεκμετάλλευση μπορεί να αποτελέσει επιλογή, μόνο υπο τη προϋπόθεση ότι θα έχουν επιλυθεί οι διαφορές στη βάση του Διεθνούς δικαίου και θα έχουν καθοριστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα.
Και τα λέω αυτά, όχι γιατί αμφισβητούμε την ανάγκη ερευνών, αλλά γιατί όσοι μιλήσατε για ανεξερεύνητους θησαυρούς, δεν θυμάμαι τόσα χρόνια να έχετε πει κάτι για την συνειδητή απαξίωση της έρευνας υδρογονανθράκων για πάνω από 15 χρόνια.
Επίσης κανείς, τόσα χρόνια, δεν είπε για την ληστρική εκμετάλλευση του Πρίνου που συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας.
Κανείς δεν μίλησε για την διάλυση της ΔΕΠ-ΕΚΥ και του ξεπουλήματος του εξοπλισμού της.
Κανείς δεν παρατήρησε πως είμαστε η λιγότερο εξερευνημένη χώρα της Μεσογείου.
Πως μιλάτε λοιπόν με βεβαιότητα για δις βαρέλια πετρελαίου και τρις κυβικά μέτρα αερίου; Γνωρίζετε κάποια έγκυρη έρευνα και την κρατάτε μυστική;
Και το κυριότερο, αν εσείς ξέρετε περισσότερα πράγματα από εμάς, μήπως υπάρχει η διάθεση από την μεριά σας να μας εξηγήσετε ποιο θα είναι το μοντέλο που θα επιλέξετε για την εξόρυξη όλου αυτού του πλούτου;
Το μοντέλο DENISON που καταλήστευσε τον Πρίνο;
Αυτό το μοντέλο θα επιλέξετε;
Αυτό το μοντέλο μια χαρά συμφέρει επιχειρηματίες και πολυεθνικές, αλλά δεν συμφέρει καθόλου τον λαό μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Για εμάς τώρα είναι η ώρα της επανεκκίνησης στην εξωτερική μας πολιτική και όχι της αμήχανης παρακολούθησης των εξελίξεων.
Τώρα είναι η ώρα για μια νέα πολυδιάστατη ενεργητική εξωτερική πολιτική.
Απαραίτητη προϋπόθεση να βγει το διπλωματικό σώμα από την καραντίνα, η εξωτερική πολιτική της χώρας να σταματήσει να καθορίζεται από τους εσωτερικούς συσχετισμούς και τις δημοσκοπήσεις και να εκμεταλλευτούμε επιτέλους τα υπαρκτά και σταθερά- γεωφυσικά, οικονομικά και στρατηγικά- μας πλεονεκτήματα.
Οι πέντε βασικοί άξονες αυτού του ριζικού επαναπροσδιορισμό της εξωτερικής μας πολιτικής, συνοψίζονται ως εξής:
Πρώτον. Απαλλαγή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας από τον Ατλαντισμό. Ανάκληση των ελληνικών μονάδων που συμμετέχουν σε αποστολές του ΝΑΤΟ.
Δεύτερον. Ανάπτυξη της διαβαλκανικής συνεργασίας στη βάση ενός Σχεδίου Βαλκανικής Συνανάπτυξης. Προώθηση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης για την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Λύση σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Τρίτον. Στήριξη όλων των προσπαθειών της κυβέρνησης του προέδρου Χριστόφια για την επίλυση του Κυπριακού. για τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση του νησιού στο πλαίσιο μιας δικοινοτικής-διζωνικής ομοσπονδίας με μία ιθαγένεια, μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα. Για μια Κύπρο χωρίς ξένους στρατούς και ξένες βάσεις.
Τέταρτον. Να γίνει η Ελλάδα γέφυρα ειρήνης με τους λαούς της Μέσης Ανατολής. Στήριξη του αγώνα για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, δίπλα στο κράτος του Ισραήλ, για τον τερματισμό της κατοχής του Ιράκ, για την ανακήρυξη της περιοχής σε αποπυρηνικοποιημένη ζώνη. Θέλουμε τη Μεσόγειο θάλασσα ειρήνης, χωρίς ξένες βάσεις, περιοχή ισότιμης συνεργασίας, γεφύρωσης του χάσματος Βορρά-Νότου στην περιοχή.
Πέμπτο. Να αξιοποιηθεί η κρίση ως ευκαιρία, ώστε με την απεμπλοκή της χώρας από το κυρίαρχο πλαίσιο του μνημονίου και του ΔΝΤ, να δρομολογηθεί η αλλαγή πορείας για την Ευρώπη. Ριζική αλλαγή, μέσα από μια πορεία αντίθεσης και ρήξης με τον νεοφιλελευθερισμό και τον ευρωατλαντισμό, με πρωταγωνιστές τους λαούς, τους πολίτες και τα κινήματά τους.
Η σημερινή συζήτηση με πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα εθνικά θέματα και την εξωτερική πολιτική έρχεται σε μία χρονική περίοδο έντασης και ρευστότητας.
Σε μια περίοδο όπου η κρίση, εγείρει νέους ανταγωνισμούς, γύρω από τα ενεργειακά αποθέματα, γύρω από τα νομισματικά αποθέματα, ανταγωνισμοί που ήδη αναδιατάσσουν τις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες.
Ο μεγάλος ιστορικός Ερικ Χομπσπμάουμ, στην «εποχή των άκρων», έγραφε ότι «ο 20ος αιώνας δεν τελείωσε καλά». Ίσως γιατί δεν είχε προλάβει να δει πως θα άρχιζε ο 21ος .
Ζούμε μέσα σε ένα ρευστό και τεταμένο διεθνές κλίμα, που ιδιαίτερα για τη περιοχή της Μεσογείου, γεννά δικαιολογημένους φόβους για την ειρήνη και τη σταθερότητα.
Συζητάμε σήμερα για τα εθνικά θέματα αλλά και για πρώτη φορά σε αυτή την αίθουσα υπό καθεστώς, για να χρησιμοποιήσω μια αγαπημένη σας έκφραση κε πρωθυπουργέ, «μειωμένης εθνικής κυριαρχίας», εξαιτίας δικών σας επιλογών.
Επιλογών που οδηγούν τη χώρα και το λαό σε οικονομική, κοινωνική και ηθική χρεοκοπία.
Βεβαίως εσείς κε πρωθυπουργέ, μιλάτε για μειωμένη εθνική κυριαρχία, προκειμένου να τρομοκρατήσετε τον ελληνικό λαό, κάθε φορά που μία νέα δέσμη απαράδεκτων και επώδυνων μέτρων έρχεται να ανατρέψει τις ζωές, τις κατακτήσεις δεκαετιών, των Ελλήνων εργαζόμενων.
Εμείς όμως θα σας λέγαμε ότι η πολιτικές σας επιλογές, οι επιλογές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της ΝΔ, τόσο στα θέματα της οικονομίας όσο όμως και της εξωτερικής πολιτικής, είναι αυτές που μας οδήγησαν σε απώλεια της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας.
Και σε ότι έχει να κάνει με τη κυριαρχία και την ανεξαρτησία της χώρας, εδώ και χρόνια, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, υλοποιώντας το ανιστόρητο και πλήρως αναποτελεσματικό στις μέρες μας, δόγμα του «ανήκουμε εις τη δύση», έχετε συνομολογήσει να εκχωρήσετε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο ΝΑΤΟ.
Σε μια συμμαχία που εξυπηρετεί τα στενά Ατλαντικά συμφέροντα, καταστρατηγώντας το διεθνές δίκαιο, οδηγώντας τους λαούς σε συγκρούσεις και σε πολέμους.
Σε μια συμμαχία που σήμερα παίζει το ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και επιχειρεί να επιβάλει με τη βία τη νέα παγκόσμια τάξη.
Γύρω μας οι παγκόσμιες ισορροπίες αλλάζουν. Αναδιατάσσονται οι συσχετισμοί δύναμης κι όμως εσείς επιμένετε να ξεκινάτε τη συζήτηση από το δεδομένο, ότι η χώρα θα βρίσκεται διαρκώς υπό τη σκέπη του παγκόσμιου χωροφύλακα.
Μια επιλογή που ιδίως μετά την επικύρωση του νέου δόγματος του ΝΑΤΟ, εγκυμονεί βαρύτατους κινδύνους, τόσο για την εθνικά μας ανεξαρτησία, όσο όμως και για τη λαϊκή κυριαρχία.
Αυτό όμως κύριε Σαμαρά και εσείς κε Καρατζαφέρη, που σας άκουσα ιδιαίτερα ανήσυχους για τους εθνικούς κινδύνους, δεν άκουσα να σας ανησυχεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Είναι προφανές ότι στις νέες συνθήκες απαιτείται ριζικός αναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής.
Χρειάζεται μια νέα «εθνική στρατηγική», πολυδιάστατη και ενεργητική και όχι μονοδιάστατη και παθητική.
Μια «εθνική στρατηγική», που δε θα αποδέχεται μονόδρομους, ούτε θα υιοθετεί την αντίληψη να κλειστούμε στο καβούκι μας, μέχρι να έρθουν καλύτερες μέρες.
Μια ενεργητικά φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, απαλλαγμένη από τον Ατλαντισμό, διεκδικητική εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ικανή να οικοδομεί περιφερειακές συνεργασίες, μακριά από εμπλοκή σε πολέμους και σε πολεμικά σενάρια, ιδιαίτερα στην ταραγμένη περιοχή μας.
Εσείς, όμως, κύριε πρωθυπουργέ έχετε επιλέξει και στην εξωτερική πολιτική τον Ατλαντισμό.
Βαρύνεται η κυβέρνηση σας με την αποδοχή του νέου δόγματος της Συμμαχίας, με το οποίο συμφωνεί και η Ν.Δ. και το ΛΑΟΣ.
Υποστηρίζετε τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στην Αν. Ευρώπη και στα Βαλκάνια.
Δεν βρίσκουν «ευήκοα ώτα» στην κυβέρνηση, αλλά ούτε στην αξιωματική αντιπολίτευση, το αίτημα της αριστεράς για απεμπλοκή της χώρας μας από τον βάρβαρο πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Στηρίζετε τη συνεργασία της Ε.Ε. με το ΝΑΤΟ, δηλαδή τη διαιώνιση του ευρωατλαντισμού και την ίδια ώρα προσπαθήτε να δώσετε και μαθήματα ευρωπαϊσμού και διεθνισμού στην αριστερά.
Όμως είναι καιρός, ακόμα και σε μία συζήτηση ολίγων ωρών, να δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν ορισμένες αλήθειες ή να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο της Βουλής κάνει λόγο για «μυστική διπλωματία».
Καταρχήν θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η πολιτική της συνεννόησης και των συμβιβασμών είναι σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Προκειμένου όμως ένας συμβιβασμός να είναι πετυχημένος, δε μπορεί να είναι αποτέλεσμα φόβου ή αδυναμίας, αλλά αποτέλεσμα επιλογής, μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής.
Το πρόβλημα λοιπόν κε πρωθυπουργέ, δεν είναι αν συζητάτε με τη Τουρκία ή αν συζητάτε μυστικά.
Το πρόβλημα είναι αν έχετε στόχο και ποιος, ποια διαδικασία πολιτική, νομιμοποιεί το στόχο αυτό.
Στα πλαίσια μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής με στόχο την ειρηνική επίλυση των διαφορών, απαιτείται να χρησιμοποιεί κανείς τη πολιτική των διαπραγματεύσεων και της διπλωματικής πίεσης, ταυτόχρονα όμως κλείνοντας τις διόδους και καθιστώντας σαφές προς την άλλη πλευρά, ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από τη διπλωματική διαπραγμάτευση και το διεθνές δίκαιο και μάλιστα χωρίς κόστος.
Εσείς τι από όλα αυτά κάνετε; Ποιος είναι ο στόχος σας;
Πολύ φοβάμαι ότι δεν είστε σε θέση να απαντήσετε ευθέως, ακριβώς γιατί δεν έχετε διακηρύξει τους στόχους σας.
Συνεπώς, εδώ θα διαφωνήσω με τον κο Σαμαρά, δεν πρόκειται για μυστική ή κρυφή διπλωματία.
Πρόκειται για κάτι χειρότερο. Πρόκειται για προσωπική διπλωματία. Για διπλωματία των προσωπικών επαφών, των ταξιδιών και των κατ ιδίαν κλειστών συνομιλιών.
Πρόκειται για προσωπική πολιτική με όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται μία τέτοια πολιτική.
Και θα ήθελα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να γίνω πιο συγκεκριμένος, κάνοντας αναφορά στο φλέγον θέμα των ημερών, που αφορά το αδιαμφισβήτητο δικαίωμα της χώρας να έχει αποκλειστική οικονομική ζώνη.
Δεν του έφτανε του Καστελόριζου που έγινε η καρτ ποστάλ της εισβολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην χώρα, του έτυχε τώρα να είναι πρωταγωνιστής και στο θέμα των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών.
Δεν είμαστε καθόλου σίγουροι- για πολλούς λόγους- αν θα καταφέρει η Τουρκία να παίξει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης, μάλλον υπερεκτιμά τις δυνατότητες της.
Το ζήτημα, όμως, είναι εμείς τι κάνουμε.
Από όσα ακούσαμε σήμερα, μάλλον δεν κάνουμε απολύτως τίποτε και στο θέμα της συγκεκριμένης αποκλειστικής ζώνης. Έχουμε αφήσει αυτήν την συγκεκριμένη ΑΟΖ να την αναγνωρίσει ένα τρίτο κράτος πρώτα!
Άποψή μας και σε αυτό το θέμα τριβής και διαφωνίας με την Τουρκία, είναι ότι δεν είναι δυνατόν να παρακάμπτεται το Διεθνές Δίκαιο.
Το θέμα όμως, επαναλαμβάνω, δεν είναι τι κάνει η Τουρκία, είναι και το τι κάνει ή μάλλον το τι δεν κάνει η Ελλάδα.
Και εδώ θα ήθελα να καταθέσω μια σειρά από ερωτήματα που αναδεικνύουν, ακριβώς, το έλλειμμα πολυδιάστατης και ενεργητικής εθνικής στρατηγικής.
• Πρώτο ερώτημα : Γιατί η Τουρκία, μπορεί και παίρνει πρωτοβουλίες και επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα και οριοθετεί Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στη Μαύρη Θάλασσα, στα Βόρεια σύνορά της και η Ελλάδα δεν το κάνει στο Ιόνιο, Δυτικά;
• Δεύτερο ερώτημα: Γιατί λοιπόν η Αλβανία ενώ υπέγραψε συμφωνία με την Ελλάδα για τον καθορισμό ΑΟΖ, μεταξύ τους, μονομερώς την ακυρώνει, με προσφυγή στο Συνταγματικό της δικαστήριο που στήριξε ο κος Ράμα, που ανεβαίνατε μαζί του στα προεκλογικά μπαλκόνια, κε Παπανδρέου και η κυβέρνησή σας δεν αντέδρασε; Ενώ ήξερε τα τεκταινόμενα, δεν έφερε το θέμα για κύρωση στη βουλή και κυρίως, σαν να μη συμβαίνει τίποτα έδωσε απλόχερα στην Αλβανία ότι ζητούσε. Έτσι, λοιπόν, η Αλβανία δικαιούται να συνεχίζει απρόσκοπτα σήμερα την πορεία της προς την ΕΕ, ενώ αποσύρεται από τη συμφωνία για τον καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ελλάδα;
• Τρίτο ερώτημα : Εντάξει στο θέμα του Καστελορίζου δικαιολογούνται προσεχτικοί χειρισμοί. Στο θέμα της Γαύδου όμως; Γιατί δεν προχωράμε στον καθορισμό ΑΟΖ με τη Λιβύη, που να συμπεριλαμβάνει τα δικαιώματα της Γαύδου; Τι ακριβώς κάνετε όταν πηγαίνετε στη Τρίπολη και συναντιέστε μα τον Μουαμάρ Καντάφι;
• Τέταρτο ερώτημα : ¨Έχετε τουλάχιστον βγάλει κάποια συμπεράσματα, έχει διδαχτεί κάτι η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική από τη μεθοδική προσπάθεια της κυπριακής κυβέρνησης σε αυτά τα ζητήματα; Αν ναι, τότε πηγαίνετε μέχρι τη Λευκωσία, να συνεννοηθείτε με τη Κυπριακή κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Μία χώρα σαν την δική μας, που έχει έλλειμμα εθνικής στρατηγικής, που δεν έχει δόγμα εξωτερικής πολιτικής, που έχει υποχωρήσει από την πολιτική που είχε μέχρι το 1990 με τον αραβικό κόσμο και είναι εγκλωβισμένη στο τρίγωνο ΟΗΕ- Ευρωπαική Ένωση-ΝΑΤΟ, είναι απόλυτα φυσικό στα νέα γεωπολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά δεδομένα να αντιμετωπίσει δυσκολίες.
Ο ΟΗΕ απαξιώθηκε από τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση τρώει τις σάρκες της και αναζητά πειραματόζωα για να περάσει όλες τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Το ΝΑΤΟ παραμένει ο ίδιος ιμπεριαλιστικός μηχανισμός, που επιθυμεί να έχει τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα.
Θα περίμενε κανείς πως τουλάχιστον τώρα, θα εκμεταλλευόμασταν το άξιο δυναμικό μας στο διπλωματικό σώμα. Απεναντίας, η κυβέρνηση φρόντισε να το απαξιώσει, να μην το συμβουλεύεται για κανένα θέμα, να του μειώσει δραματικά τους μισθούς και τα επιδόματα.
Ακόμα και αυτή την πολύ σοβαρή πρόταση για μόνιμο υπηρεσιακό υφυπουργό Εξωτερικών προερχόμενο από το διπλωματικό σώμα, που θα διασφαλίζει έστω και λίγο μία συνέχεια στην εξωτερική πολιτική της χώρας, την ξεχάσατε.
Θα περίμενε κανείς πως τουλάχιστον σε αυτό το πλαίσιο, η χώρα μας θα είχε την ευφυΐα να τονίσει και να εκμεταλλευτεί τη διμερή άποψη στην διπλωματία, να έχει τις κατάλληλες διμερείς σχέσεις.
Δεν το κάνατε ούτε αυτό.
Φτάσαμε στο σημείο να έχουμε άριστες διμερείς σχέσεις με μία μόνο χώρα, το Ισραήλ. Τη χώρα δηλαδή που είναι σε εμπόλεμη κατάσταση με τρεις γειτονικές χώρες, έχει πυρηνικά όπλα και επιθυμεί να κάνει τον χωροφύλακα στον άλλο μισό πλανήτη.
Υποδεχτήκαμε μετά Βαΐων και κλάδων ακόμα και αυτό το ακροδεξιό λουλούδι τον κ. Λίμπερμαν, τον οπαδό των εθνοκαθάρσεων.
Και όλα αυτά στο όνομα μιας παρωχημένης αντίληψης ότι ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος.
Μόνο που η συναναστροφή με τέτοιους φίλους εγκυμονεί βαθύτατους κινδύνους για τη χώρα και το λαό και αναρωτιέμαι με ποιο δικαίωμα κάνατε μια τόσο μεγάλη στροφή στην εξωτερική πολιτική της χώρας, δίχως να ρωτήσετε κανέναν.
Την ίδια στιγμή που αναγνωρίζετε ότι βασικό εργαλείο επίλυσης των διαφορών για την Ελλάδα, είναι το Διεθνές δίκαιο, επιδιώκετε την υποστήριξη μιας χώρας που παραβιάζει διαρκώς και κατ εξακολούθηση το διεθνές δίκαιο.
Και το σημαντικότερο, απαξιώνετε μια σχέση δεκαετιών με τον Αραβικό κόσμο. Στρέφετε τον αραβικό κόσμο ενάντια στη χώρα και στο λαό μας.
Όλα αυτά, βέβαια, στο όνομα ενός γιγαντιαίου κοιτάσματος για το οποίο ακόμα δεν έχουμε δει κανένα επίσημο στοιχείο.
Όλα αυτά στο όνομα του fast track, όλα αυτά στο όνομα ενός «νέου ενεργειακού πολέμου», που όποιος νομίζει πως νικητές θα είναι κράτη και όχι τεράστιες πετρελαϊκές εταιρείες, κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
Και θα ήθελα σε αυτό το σημείο να τοποθετηθώ για όσα γράφονται και λέχτηκαν σήμερα εδώ για την Ελλάδα, τα κοιτάσματα πετρελαίου και υδρογονανθράκων.
Για εμάς είναι εξαιρετικά ανησυχητική αυτή η ξαφνική ανακάλυψη από τη κυβέρνηση και διάφορους ειδικούς επιστήμονες, που επι δεκαπέντε χρόνια δεν έγραφαν λέξη, αλλά τώρα ανακάλυψαν πόσο πλούσια μπορεί να γίνει η χώρα από τους υδρογονάνθρακες.
Από εκεί που το μεγαλύτερο μας κοίτασμα αυτό του πρίνου, παράγει δύο με δυόμισι χιλιάδες βαρέλια την ημέρα, ως δια μαγείας, η κυβέρνηση, είναι πλέον πεπεισμένη, δια της επιφοιτήσεως του πνεύματος της Ελληνοτουρκικής συνεκμετάλλευσης ότι η χώρα μας διαθέτει κοιτάσματα τουλάχιστον δισεκατομμυρίου βαρελιών.
Μακάρι να πέφτουμε έξω αλλά πολύ αμφιβάλουμε για του λόγου το αληθές.
Σε κάθε περίπτωση ανησυχούμε ότι πίσω από το κλίμα για τη πετρελαιοθάλασσα του Αιγαίου, κρύβεται η σκοπιμότητα να καλλιεργηθεί ένα κλίμα ότι η επίλυση των διαφορών στη βάση του διεθνούς δικαίου είναι δευτερεύον ζήτημα, μπροστά στη προοπτική σωτηρίας της χώρας από τα πετροδολάρια που θα μοιραστούμε με τους γείτονες.
Πρόκειται για μια άκρως επικίνδυνη προσέγγιση.
Η συνεκμετάλλευση μπορεί να αποτελέσει επιλογή, μόνο υπο τη προϋπόθεση ότι θα έχουν επιλυθεί οι διαφορές στη βάση του Διεθνούς δικαίου και θα έχουν καθοριστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα.
Και τα λέω αυτά, όχι γιατί αμφισβητούμε την ανάγκη ερευνών, αλλά γιατί όσοι μιλήσατε για ανεξερεύνητους θησαυρούς, δεν θυμάμαι τόσα χρόνια να έχετε πει κάτι για την συνειδητή απαξίωση της έρευνας υδρογονανθράκων για πάνω από 15 χρόνια.
Επίσης κανείς, τόσα χρόνια, δεν είπε για την ληστρική εκμετάλλευση του Πρίνου που συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας.
Κανείς δεν μίλησε για την διάλυση της ΔΕΠ-ΕΚΥ και του ξεπουλήματος του εξοπλισμού της.
Κανείς δεν παρατήρησε πως είμαστε η λιγότερο εξερευνημένη χώρα της Μεσογείου.
Πως μιλάτε λοιπόν με βεβαιότητα για δις βαρέλια πετρελαίου και τρις κυβικά μέτρα αερίου; Γνωρίζετε κάποια έγκυρη έρευνα και την κρατάτε μυστική;
Και το κυριότερο, αν εσείς ξέρετε περισσότερα πράγματα από εμάς, μήπως υπάρχει η διάθεση από την μεριά σας να μας εξηγήσετε ποιο θα είναι το μοντέλο που θα επιλέξετε για την εξόρυξη όλου αυτού του πλούτου;
Το μοντέλο DENISON που καταλήστευσε τον Πρίνο;
Αυτό το μοντέλο θα επιλέξετε;
Αυτό το μοντέλο μια χαρά συμφέρει επιχειρηματίες και πολυεθνικές, αλλά δεν συμφέρει καθόλου τον λαό μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Για εμάς τώρα είναι η ώρα της επανεκκίνησης στην εξωτερική μας πολιτική και όχι της αμήχανης παρακολούθησης των εξελίξεων.
Τώρα είναι η ώρα για μια νέα πολυδιάστατη ενεργητική εξωτερική πολιτική.
Απαραίτητη προϋπόθεση να βγει το διπλωματικό σώμα από την καραντίνα, η εξωτερική πολιτική της χώρας να σταματήσει να καθορίζεται από τους εσωτερικούς συσχετισμούς και τις δημοσκοπήσεις και να εκμεταλλευτούμε επιτέλους τα υπαρκτά και σταθερά- γεωφυσικά, οικονομικά και στρατηγικά- μας πλεονεκτήματα.
Οι πέντε βασικοί άξονες αυτού του ριζικού επαναπροσδιορισμό της εξωτερικής μας πολιτικής, συνοψίζονται ως εξής:
Πρώτον. Απαλλαγή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας από τον Ατλαντισμό. Ανάκληση των ελληνικών μονάδων που συμμετέχουν σε αποστολές του ΝΑΤΟ.
Δεύτερον. Ανάπτυξη της διαβαλκανικής συνεργασίας στη βάση ενός Σχεδίου Βαλκανικής Συνανάπτυξης. Προώθηση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης για την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Λύση σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Τρίτον. Στήριξη όλων των προσπαθειών της κυβέρνησης του προέδρου Χριστόφια για την επίλυση του Κυπριακού. για τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση του νησιού στο πλαίσιο μιας δικοινοτικής-διζωνικής ομοσπονδίας με μία ιθαγένεια, μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα. Για μια Κύπρο χωρίς ξένους στρατούς και ξένες βάσεις.
Τέταρτον. Να γίνει η Ελλάδα γέφυρα ειρήνης με τους λαούς της Μέσης Ανατολής. Στήριξη του αγώνα για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, δίπλα στο κράτος του Ισραήλ, για τον τερματισμό της κατοχής του Ιράκ, για την ανακήρυξη της περιοχής σε αποπυρηνικοποιημένη ζώνη. Θέλουμε τη Μεσόγειο θάλασσα ειρήνης, χωρίς ξένες βάσεις, περιοχή ισότιμης συνεργασίας, γεφύρωσης του χάσματος Βορρά-Νότου στην περιοχή.
Πέμπτο. Να αξιοποιηθεί η κρίση ως ευκαιρία, ώστε με την απεμπλοκή της χώρας από το κυρίαρχο πλαίσιο του μνημονίου και του ΔΝΤ, να δρομολογηθεί η αλλαγή πορείας για την Ευρώπη. Ριζική αλλαγή, μέσα από μια πορεία αντίθεσης και ρήξης με τον νεοφιλελευθερισμό και τον ευρωατλαντισμό, με πρωταγωνιστές τους λαούς, τους πολίτες και τα κινήματά τους.