Π.Κ. ΠΕΤΡΑΛΩΝΩΝ ΚΑΙ ΘΗΣΕΙΟΥ, Δρυόπων 31, 11851 Άνω Πετράλωνα, synpetralona@gmail.com

14.10.12

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Να σχεδιάσουμε τον μετασχηματισμό της Ελλάδας και της Ευρώπης




Συνέντευξη στον Χρήστο Σίμο

Αυγη 14/10/2012

Η πολιτική του μνημονίου οδηγεί ταχύτατα τη χώρα στην κατάρευση, επισημαίνει ο Χριστόφορος Παπαδόπουλος, μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του Συνασπισμού της Αριστεράς, μιλώντας στην "Αυγή της Κυριακής". Συνδέει τον εντεινόμενο αυταρχισμό της κυβέρνησης με την αδυναμία της να εξασφαλίσει κοινωνική συναίνεση, λόγω της πολιτικής που ασκεί. Κρίνει θετική την παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ ως αξιωματική αντιπολίτευση και εκτιμά πως το στοίχημα της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ σ' εναν ενιαίο, ριζοσπαστικό φορεά, μπορεί να κερδηθεί.

1. Τον τελευταίο καιρό διαπιστώνεται όξυνση των αστυνομικών μέτρων περιορισμού και ελέγχου των διαδηλώσεων ενώ η κυβέρνηση δια του αρμοδίου υπουργού ΠΡΟΠΟ δείχνει ανοχή ή και συγκαλύπτει ακόμη και την διερεύνηση καταγγελιών για κακοποίηση ή και βασανιστήρια μέσα στη ΓΑΔΑ. Πώς κρίνεις την στάση αυτή; Είναι θέμα Δένδια; υποδηλώνει ανοχή σε παρακρατικές πρακτικές; ή είναι θέμα γενικότερου σχεδίου σκλήρυνσης της στάσης της κυβέρνησης Σαμαρά;
Η κυβέρνηση γνωρίζει πως δεν μπορεί να εξασφαλίσει συναινέσεις, ούτε καν ανοχή στην πολιτική της, παρά την ενορχηστρωμένη προπαγάνδα των καναλιών και των μεγάλων εφημερίδων. Ούτε, βεβαίως, οι κρατικοί διανοούμενοι μπορούν να της προσφέρουν άλλοθι, παρά τον δημόσιο, καθημερινό ευτελισμό τους, με επιχειρήματα επιπέδου Πάγκαλου, που ανασύρουν από την αφάνεια και την ακαδημαϊκή περιφρόνηση κάθε αποτυχημένο νεοφιλελεύθερο για να πείσουν. Μοιραία, σχεδόν, η κυβέρνηση και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα υιοθετούν το κράτος της εξαίρεσης, το κράτος «έκτακτης ανάγκης»: δηλαδή αστυνομική βία, ποινική καταστολή, επιτήρηση, αναστολή ή και ακύρωση συνταγματικών εγγυήσεων, αλλά και βασανιστήρια και κακοποιήσεις πολιτών με τη συνδρομή της Χρυσής Αυγής. Η διαχείριση του φόβου και της ανασφάλειας, σήμερα, συνιστά την επίσημη κρατική πολιτική. Η αλήθεια είναι ότι ο αυταρχισμός της κυβέρνησης δεν μας ξαφνιάζει, μας είχε προϊδεάσει ο Σαμαράς, τόσο με τα προγραμματικά του κείμενα, προεκλογικά, όσο και με το δημόσιο λόγο του, πριν και μετά της εκλογές. Ο Σαμαράς εγκαταλείπει την κεντροδεξιά του Καραμανλή και την αντικαθιστά με την μετεμφυλιακή ΕΡΕ, ίσως γιατί γνωρίζει ότι στερείται κοινωνικών συμμαχιών, με τη μνημονιακή καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων, και επιλέγει την ιδεολογική αντιπαράθεση, ίσως γιατί «αυτή είναι η φύση του». Μην κοιτάτε που η ΔΗΜΑΡ σφυρίζει αδιάφορα, είμαι σίγουρος ότι γνωρίζει ότι συμμαχεί με την παλιά, καλή δεξιά, για το καλό του Έθνους βεβαίως…

2. Ποιές είναι οι αιτίες της άνοδο της Χρυσής Αυγής και με ποιόν τρόπο μπορεί να την αναχαιτίσει η Ριζοσπαστική Αριστερά;
Η κρίση, η παρακρατική δομή της αστυνομίας, η παράδοση της ελληνικής δεξιάς, η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, η έκρηξη του δεξιού ριζοσπαστισμού, που βρίσκει διέξοδο στον κοινωνικό αυτοματισμό, είναι κάποιες από τις αιτίες, μαζί φυσικά με τις συντηρητικές αξίες της ισχύος, της ιεραρχίας των μισαλλόδοξων ιδεολογιών. Η απάντηση είναι η αλληλεγγύη, αλλά και η ενδυνάμωση του φρονήματος: είμαστε πολύ ισχυρότεροι από τους τραμπάκουλες όχι μόνο γιατί είμαστε οι περισσότεροι και έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, αλλά γιατί πάντοτε η συλλογικότητα είναι ισχυρότερη από όλες τις μάτσο υποκουλτούρες - γοητευτικές στ' αλήθεια σε τμήμα νεολαίας- αλλά και γιατί η ισότητα, η ελευθερία, η αδελφοσύνη είναι ισχυρότερες αξίες, ιδιαίτερα όταν κάνουμε ότι μπορούμε ώστε να κινητοποιούν ανθρώπους και δράσεις σε κάθε τοπική κοινωνία.

3. Πως κρίνεις τα αποτελέσματα της επίσκεψης Μέρκελ στην Αθήνα αλλά και τις επιπτώσεις της σκληρής οικονομικής της πολιτικής στην χώρα μας όσο και στην συνοχή και την προοπτική της Ευρωζώνης;
Η Μέρκελ υποσχέθηκε πως θα προσευχηθεί υπέρ των ψυχών μας. Η πολιτική αυτή πολύ σύντομα θα οδηγήσει την Ελλάδα σε πλήρη κατάρρευση. Η Ευρωζώνη από την άλλη είναι μεγάλο πρότζεκτ για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό, αλλά στο πλαίσιο μιαςτέτοιας κρίσης δεν φαίνεται να έχουν σχέδιο διαφυγής, στο βαθμό που δεν υπάρχει η ηγεμονική τάση που θα ηγηθεί στην καταστροφή κεφαλαίων, που θα απαντήσει, δηλαδή, στην κρίση υπερσυσσώρευσης. Με αυτή την έννοια, το ενδεχόμενο της διάλυσης της, παίζει είτε ως ατύχημα, είτε ως επιλογή.
Πάντως, αυτή τη στιγμή, στο μόνο πράγμα που συμφωνούν οι ευρωπαϊκές ελίτ είναι στην εσωτερική υποτίμηση, όχι μόνο για την Ελλάδα και τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά και για τον Βορρά, ακόμα και για εκείνους που είναι εκτός ευρώ, όπως η Αγγλία για παράδειγμα. Μόνο που, η βορρά των μισθών, των συντάξεων, του κοινωνικού κράτους δεν είναι αρκετά για μια νέα φάση επανεκκίνησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ακόμα και ένας παγκόσμιος πόλεμος, η συνταγή της προηγούμενης παγκόσμιας κρίσης δηλαδή, χρειάζεται, και αυτός, το ηγεμονικό κράτος που θα τον προκαλέσει.

4. Ποια είναι τα νέα καθήκοντα που ανακύπτουν για τον ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Τα καθήκοντα διατηρούνται ίδια: ταξική απάντηση, κοινωνική εγρήγορση, οργάνωση της άμυνας, οργάνωση της κοινωνικής αλληλεγγύης, εκκίνηση της επίθεσης. Η αξιωματική αντιπολίτευση μας δίνει επιπλέον δυνατότητες. Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με τη μεγάλη εικόνα που περιγράφαμε παραπάνω, χρειαζόμαστε, εκτός της τακτικής και του πολιτικού σχεδίου, στρατηγική σκέψη. Στρατηγική σκέψη για τους μετασχηματισμούς στη χώρα και στην Ευρώπη, πολιτικές και ιδιαίτερα κοινωνικές συμμαχίες, και εδώ και εκεί. Δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε με όρους γαλατικού χωριού, ούτε ότι με μια δική μας κυβέρνηση θα υπάρχουν οι ίδιες δομές, οι ίδιες σχέσεις, το ίδιο κράτος, το ίδιο αναπτυξιακό πρότυπο, απλά πιο δίκαιο και πιο αναδιανεμητικό. Χρειαζόμαστε σχέδιο για το ριζικό μετασχηματισμό και τις προϋποθέσεις του και στα 2 επίπεδα.

5. Ανταποκρίνεται σε ποιό βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ στις αυξημένες κοινωνικές απαιτήσεις της νέας περιόδου;
Ανταποκρινόμαστε, και όσοι γκρινιάζουν στην πραγματικότητα μας κατηγορούν πως δεν υποκαθιστούμε όσο θα έπρεπε το κοινωνικό, δηλαδή, αυτό που δεν θέλουμε. Είμαστε επαρκείς; Όχι, αλλά η κατακτημένη μας ταυτότητα και η εμπειρία μας –στάση μας σε όλα τα κρίσιμα- μας δίνουν μοναδικές δυνατότητες.

6. Με ποιον τρόπο πρέπει να προχωρήσει ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ σε ενιαίο πολιτικό φορέα; Ποια προβλήματα διαπιστώνεις και πώς μπορούν να ξεπεραστούν;
Τον επόμενο χρόνο, την Άνοιξη του 2013, ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ φιλοδοξεί να έχει μετασχηματισθεί σε ένα ενιαίο, πολυτασικό οργανισμό της Αριστεράς, και αυτή είναι και η δική μου πεποίθηση, χωρίς ενδοιασμούς. Σε αυτή την προσπάθεια το πρώτο βήμα είναι η Συνδιάσκεψη του Νοεμβρίου του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Ένα μικρό βήμα, σε σύγκριση με τις εκκρεμότητες που θα αφήσει για μετά: όπως τα ζητήματα της αυτοδιάλυσης ή της διπλής ένταξης των συνιστωσών οργανώσεων, η αυθεντική, άνευ ποσοστώσεων των συνιστωσών, εκπροσώπηση των τοπικών και κλαδικών οργανώσεων του φορέα κ.α. Ένα άλμα όμως, σε σύγκριση με τη σημερινή πραγματικότητα, από τη στιγμή που αποδίδονται άμεσα πολιτικά δικαιώματα, δηλαδή το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσαι, το δικαίωμα στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, σε όλους εκείνους, άνδρες και γυναίκες, που δηλώνουν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Να γίνει επιτέλους πραγματικότητα το καθολικό αίτημα του κόσμου μας «ένα μέλος, μία ψήφος». Αν φοβάμαι κάτι, είναι τα πλαδαρά γιγαντιαία πολιτικά σώματα, τις ασπόνδυλες διακηρύξεις, την «ανάθεση» στις ηγεσίες και την «υποκατάσταση» της δημοκρατίας της βάσης από τη δημοκρατία των συνιστωσών ή των τάσεων. Στο χέρι μας είναι να τα κάνουμε καλά.

7.10.12

Φασισμός: ιδιωτικό πολίτευμα

Καναβούρης Κ.

Ημερομηνία δημοσίευσης: 07/10/2012

Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία όλο αυτό το γαϊτανάκι απόκρυψης της λίστας Λαγκάρντ από τον Γ. Παπακωνσταντίνου και τον διάδοχό του Ευ. Βενιζέλο στον θώκο του υπουργού Οικονομικών, τότε τι ακριβώς είναι; Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία όλο αυτό το γαϊτανάκι με τα "σου είπα - μου είπες" μεταξύ των υφισταμένων των δύο πρώην υπουργών και τα σούρτα - φέρτα της λίστας από την ΕΥΠ μέχρι το (ιδιωτικό) συρτάρι του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, εάν δεν είναι πολιτική αλητεία η αισχυντηλή στάση της κυβέρνησης και του προέδρου αυτής Αντ. Σαμαρά, που τάχα μου τίποτα δεν είδε, τίποτα δεν άγγιξε, αλλά απέστειλε αρμοδίως τον κατάλογο στον εισαγγελέα, τότε τι άλλο είναι; Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία όλο αυτό το στρεψόδικο πανηγυράκι περί της νομιμότητας εκμετάλλευσης της λίστας, γεγονός τάχα μου που θεσμικά καλύπτει την απόκρυψή της έως του σημείου αρνήσεως της ύπαρξής της, τότε τι άλλο είναι;
Τώρα η δημοκρατία έσκασε στα χέρια μας και οι φασίζουσες συμπεριφορές, όπως ο εκφασισμός της κοινωνίας (για τον οποίο επίσης μας έβαλαν πιπέρι στο στόμα), έγιναν ένας ωραίος, ζουμερός φασισμός, μέσα στη Βουλή, μέσα στην αστυνομία, μέσα στα ειδολογικά ζεύγη λαού - εξουσίας, μέσα στο στόμα του Βενιζέλου, μέσα στα πλυντήρια φασισμού που είναι (και ήταν πάντοτε) οι τράπεζες, μέσα στην απελπισία, την πιο απελπισμένη απελπισία της αβίωτης ζωής
Και πάμε παρακάτω: Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία και καθύβριση του πολιτεύματος η "τρικυμία στο νεροπότηρο" (όπως αποδείχτηκε) του "Βήματος" περί του "πραξικοπήματος που δεν έγινε", τότε τι άλλο είναι; Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία όλο αυτό το ύποπτο παιχνίδι με τα ονόματα έωλων και παρανόμως πλουτισάντων πολιτικών που πηγαινοέρχεται, λες και η δημοκρατία είναι παράνομο γραφείο στοιχημάτων (όπου το στοίχημα που παίζεται συνωθείται στο ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, με μεγάλες αποδόσεις στο "ζει"), τότε τι άλλο είναι; Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία η καπηλικότατη και καραγωγικότατη συμπεριφορά του προέδρου της Βουλής (και τρίτου τη τάξει πολιτειακού παράγοντα) Βαγγέλα (και όχι Ευάγγελου) Μεϊμαράκη, τότε τι άλλο είναι; Εάν δεν είναι πολιτική αλητεία το φανερό πλέον παιχνίδι χειραγώγησης και υποβάθμισης του πολιτεύματος από το γραβατωμένο γουρουναριάτο της υψηλά (και όχι υψηλής) ιστάμενης αισχρότατης δημοσιογραφίας, της συνωθούμενης στην Υψιπύλη της Δημοκρατίας, τότε τι άλλο είναι;
Και είναι πολιτική αλητεία το κάθε ένα από αυτά τα περιστατικά, όχι απλώς καθ' εαυτό. Άλλωστε στην πολιτική, όπως και σε όλες τις δηλώσεις της κοινωνικής πραγματικότητας, τίποτα δεν αξιολογείται καθ' εαυτό, αλλά μέσα στο πολιτικό περιβάλλον και τις συμπαραδηλώσεις όπου συμβαίνει και άρα επεμβαίνει δραματικά το κάθε γεγονός και η κάθε συμπεριφορά και η κάθε ενέργεια. Μέσα λοιπόν στο πολιτικό περιβάλλον για το οποίο απολύτως ευθύνονται τα σκοτεινά δώματα της εξουσίας και η σκοτεινότερη ατζέντα των επιλογών, των επιδιώξεων και των μεθόδων της, αυτού του ζόφου, με μια κουβέντα, που σκεπάζει τη χώρα με τραγικότατες έως θανάτου συνέπειες για τον λαό, τέτοιες ενέργειες δεν είναι απλώς πολιτική αλητεία. Είναι κάτι ακραίες, σε σημείο φασισμού, ενέργειες και συμπεριφορές. Είναι ιδιωτικοποίηση του πολιτεύματος, είναι ιδιωτικοποίηση των θεσμών του, είναι ιδιωτικοποίηση του πολιτιστικού του κεκτημένου, είναι ιδιωτικοποίηση της συλλογικής του οντότητας, είναι ιδιωτικοποίηση κάθε ιερού και όσιου για το οποίο αγωνίστηκε αυτός ο λαός, με σκοπό (τους) το μέγιστο κέρδος. Ει δυνατόν το απόλυτο κέρδος αποτιμημένο σε ανταλλακτικό χρήμα (αχρησιμοποίητο πράγμα, επομένως). Αλλά γι' αυτό ακριβώς η προσπάθεια όλη συνιστά πολιτική αλητεία, βαρύτατα επικίνδυνης μορφής, με τα προαναφερθέντα περιστατικά, απλά περιπτωσιολογικά φανερώματα.
Παλαιότερα μιλούσαμε -εις ώτα μη ακουόντων ή εις ώτα ηλιθίως επηρμένων από τον σάλο της ασημαντότητάς τους, ακαδημαϊκής, επιχειρηματικής ή πολιτιστικής- για φασίζουσες συμπεριφορές και μας έβαζαν πιπέρι στο στόμα γιατί δεν έπρεπε να ταραχθεί η δυνατότητα προόδου και η δυνατότητα πραγμάτωσης ενός ανύπαρκτου πολιτικού ιδεοπλάσματος που έκρυβε αιδημόνως την ταξική πάλη προς χάριν μιας άτακτης ευφρόσυνης δημοκρατίας. Μιας παραχωρημένης δημοκρατίας και μιας παραχωρητικής και ευρύχωρης ερμηνείας του ιστορικού δεδομένου. Ότι δηλαδή ο φασισμός αποτελεί ιδιωτικό πολίτευμα.
Και τώρα; Τώρα η δημοκρατία έσκασε στα χέρια μας και οι φασίζουσες συμπεριφορές, όπως ο εκφασισμός της κοινωνίας (για τον οποίο επίσης μας έβαλαν πιπέρι στο στόμα), έγιναν ένας ωραίος, ζουμερός φασισμός, μέσα στη Βουλή, μέσα στην αστυνομία, μέσα στα ειδολογικά ζεύγη λαού - εξουσίας, μέσα στο στόμα του Βενιζέλου, μέσα στα πλυντήρια φασισμού που είναι (και ήταν πάντοτε) οι τράπεζες, μέσα στην απελπισία, την πιο απελπισμένη απελπισία της αβίωτης ζωής. Τώρα η πολιτική αλητεία δεν είναι απλώς πολιτική αλητεία. Είναι συστατικό φασιστικής χρήσεως του πολιτεύματος. Είναι, δηλαδή, φασιστική χρήση του εδάφους και του υπεδάφους και κυρίως του δακρυφόρου (που άλλοι τον λένε υδροφόρο) ορίζοντα της δημοκρατίας. Μια προσπάθεια σταθεροποίησης του εδαφιαίου πανικού. Γιατί όντως το έδαφος κινείται κάτω από τα πόδια μας. Και, ναι, κινεί την πραγματικότητα αντί να την εφευρίσκει. Αυτό το έδαφος φοβούνται οι φασίστες. Πάντοτε αυτό το έδαφος φοβόταν ο φασισμός. Το έδαφος που είμαστε. Το γεωμετρημένο και χορευτικό έδαφος. Όχι τον χώρο της ταφικής τους αλητείας. Που είναι ο φασισμός. Ένα νεκροταφείο που μας χωράει όλους! Όλους όμως.

1.10.12

Σαμαράς ή/και τανκς

Ημερομηνία: 01/10/2012
Πηγή: www.rednotebook.gr
Τη διαχρονική και αταλάντευτη αφοσίωση στη δημοκρατία, τόσο του Βήματος όσο και γενικότερα του Συγκροτήματος Λαμπράκη, την ξέρουμε...


 Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου


Την εγκυρότητα και την αμεροληψία του Βήματος τις γνωρίζουμε όλες και όλοι: είναι η εφημερίδα που λίγο πριν τις εκλογές του Ιουνίου «μαγείρευε» τα ευρήματα γνωστής εταιρείας δημοσκοπήσεων, προκαλώντας τις καταγγελίες της τελευταίας, και συμβάλλοντας με έναν ακόμα τρόπο στον ευγενή αγώνα υπέρ της Νέας Δημοκρατίας.


Την αξιοπιστία και τη σοβαρότητα του Βήματος τις γνωρίζουμε επίσης: είναι η εφημερίδα που καλούσε τον Γιώργο Παπανδρέου να παραιτηθεί, πριν του παραχωρήσει κατ΄ επανάληψη το εντιτόριάλ της - μια εβδομάδα πριν τις εθνικές εκλογές του 2009 («Κυβέρνηση με σχέδιο και βούληση», 27.9.2009) και ανήμερα των αυτοδιοικητικών του 2010 («Ψήφος πολιτική για το αύριο της χώρας», 24.10.2010). Είναι η ίδια δε εφημερίδα που, όταν πια το παπανδρεϊκό άστρο έδυε, έσπευδε να αποκαθηλώσει χωρίς έλεος και διά του εκδότη της τον εκλεκτό της, ενώ πολύ φυσιολογικά, με αφορμή τη συμπλήρωση 38 χρόνων από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, τον περασμένο μήνα φιλοξενούσε κείμενο του ...πρώην εκλεκτού («Μια νέα αφετηρία για τη δημοκρατική παράταξη», 3.9.2012).


Τη διαχρονική και αταλάντευτη αφοσίωση στη δημοκρατία, τόσο του Βήματος όσο και γενικότερα του Συγκροτήματος Λαμπράκη, την ξέρουμε βεβαίως και αυτή: από το πρωτοσέλιδο των Νέων της 24ης Απριλίου 1967, για τις «ομάδες κρούσεως της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς» που θα κατέλυαν το πολίτευμα, μέχρι τα «πειραγμένα» βίντεο του Mega, και από τις «πληροφορίες» για κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης το Δεκέμβρη του 2008, ως την υπενθύμιση στους ψηφοφόρους της Δεξιάς ότι Τάγματα κατά της Αριστεράς δεν κάναν μόνο οι χιτλερικοί (9.9.2012), τα στερνά τιμούν τα πρώτα, τα δε δημοκρατικά αντανακλαστικά του Συγκροτήματος είναι αδύνατο να αμφισβητηθούν.


Έστω όμως ότι ξέρουμε τι εστί Βήμα ειδικά και Συγκρότημα Λαμπράκη γενικότερα. Αναιρεί αυτό, άραγε, το ενδεχόμενο κάτι να ξέρουν αυτοί που μας πληροφορούν για το «πραξικόπημα που δεν έγινε», ένα χρόνο μετά την παρά λίγο εκτέλεσή του;


Δεν είναι μόνο ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στο ρεπορτάζ του Βήματος διαψεύδουν τη συγκλονιστική αποκάλυψη. Ο υποστράτηγος Ν. Τόσκας, πρώην διευθυντής του γραφείου του Π. Μπεγλίτη και, κατά το ρεπορτάζ, κατ’ εξοχήν πολέμιος του επίδοξου πραξικοπηματία Φ. Φράγκου, λέει ότι «ουδέποτε μετά το ’74 υπήρξε κίνδυνος πραξικοπήματος στην Ελλάδα», κι ότι η αντιπαράθεσή του με το Φράγκο αφορούσε τα «υπηρεσιακά».


Εξίσου περιέργως, η «αποκάλυψη» έρχεται στη δημοσιότητα ακριβώς ένα χρόνο μετά τις αντικυβερνητικές αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις που επιτάχυναν την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου – κι ενώ η ψήφιση των νέων αντικοινωνικών μέτρων θα βγάλει πάλι στους δρόμους χιλιάδες ανθρώπους και φέτος τον Οκτώβρη.


Κατά διαβολική σύμπτωση, τέλος, η «αποκάλυψη» εφαρμόζει ιδεωδώς στη θεωρία των άκρων που αυτές τις μέρες βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη: από τη μια οι ακροαριστεροί που πέρσι τον Οκτώβρη δημιούργησαν χάος, από την άλλη οι ακροδεξιοί στρατηγοί και τα «επαναστατικά» σχέδιά τους, και στη μέση μια (μνημονιακή) κυβέρνηση, αναγκασμένη σε χειρουργικούς χειρισμούς που πέρσι της βγήκαν. Φέτος;

26.9.12

Συνομιλώντας με τη Ροσάνα Ροσάντα

ΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΣΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ

ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΠΟΡΤΑΛΙΟΥ
ΡΟΣΑΝΑ ΡΟΣΑΝΤΑ, Το κορίτσι του περασμένου αιώνα, εκδόσεις Einaudi, Τορίνο 2005, ελληνική μτφρ. Τόνια Τσίτσοβιτς, Θεμέλιο 2012, σελ. 437
Για όσους και όσες η ιδέα του κομμουνισμού, συνδεδεμένη με εκείνη της ελευθερίας, δεν εκκενώθηκε από το νόημά της και η στράτευση σ’ αυτήν δεν θεωρήθηκε ποτέ τραύμα ή αυταπάτη, η αυτοβιογραφία της Ροσάνα Ροσάντα είναι υπόθεση και της δικής τους ζωής. Μια διαδοχή από στιγμιότυπα, πάνω στις σελίδες του ασήκωτου και συγκλονιστικού 20ού αιώνα, θυμίζουν πως ό,τι ζήσαμε ήταν αληθινό – ακολουθήσαμε ένα δρόμο με επιλογή, σχεδόν μαγνητισμένοι από το ωκεάνειο αίσθημα της «άσβεστης άρνησης της ανισότητας των ανθρώπων».
«Εγώ είχα γίνει κομμουνίστρια τον Οκτώβριο του 1943, όταν ανακάλυψα πως ήμουν ένα κλαράκι μέσα στον καταποντισμό του κόσμου και ο Μαρξ, ο Λάσκι, ο Λένιν, όσο και να ήταν διαφορετικοί, θα μου έδειχναν ότι εκείνος ο καταποντισμός είχε καθοριστεί από δυνάμεις, στις οποίες τίποτε δεν ήταν μοιραίο», λέει η Ροσάντα.
Όταν ο πόλεμος τελείωσε και ο φασισμός ηττήθηκε, η ενήλικη πια συγγραφέας, με σπουδές τέχνης και φιλοσοφίας και ανοιχτούς ορίζοντες μιας λαμπρής καριέρας στο πανεπιστήμιο, επέλεξε, δύο φορές, να αφοσιωθεί επαγγελματικά και ολοκληρωτικά στην πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, με το οποίο είχε ήδη συνδεθεί στην αντίσταση. Η πρώτη ενταγμένη ζωή της ταυτίστηκε με τα εργοστάσια του ιταλικού Βορρά, τις μεγάλες γκρίζες μονάδες στις οποίες «μπαίναμε για να φέρουμε έντυπα, για να στρατολογήσουμε και να συζητήσουμε στους χώρους του συνδικάτου». Ήταν πρώτα η εργατική τάξη, μετά οι πυρήνες των δρόμων και η οργάνωση, χωμένη στα υπόγεια παλιών λαϊκών πολυκατοικιών με πόρτες σημαδεμένες από σφυροδρέπανα. Σ’ αυτούς τους χώρους, με τις ενίοτε σχηματικές συζητήσεις, όπου όλοι άκουγαν και μιλούσαν, γινόταν ένα τεράστιο έργο εκπολιτισμού.

Καθώς η μετανάστευση έφερνε στο Μιλάνο μια πλημμύρα εσωτερικούς μετανάστες του Νότου, η πόλη μεταμορφωνόταν και οι νέοι κάτοικοι είχαν ανάγκη από σπίτια, δρόμους, ηλεκτρισμό, υπονόμους. «Ποτέ δεν κολύμπησα τόσο άνετα στα νερά ενός αιρετού αξιώματος, όπως στο Δήμο», εκεί όπου, στους αγώνες για την πόλη και την καθημερινή ζωή, έβγαιναν στην επιφάνεια ουσιαστικές ταξικές αντιθέσεις και οι ιδέες του IKK είχαν αποδοχή – πρώτα πρώτα η αντίληψη για τα δημόσια αγαθά και τους δημόσιους χώρους. Το «Σπίτι της Κουλτούρας» στο Μιλάνο, στο οποίο έδωσε μυαλό και ψυχή, ήταν ένα χειροποίητο υπόγειο που συγκέντρωσε όλη την Αριστερά και όλα τα γνωστά πρόσωπα των τεχνών και των γραμμάτων.
Ύστερα, η Ροσάνα Ροσάντα άφησε το αγαπημένο της Μιλάνο και μετακόμισε, ήδη βουλευτής, στη Ρώμη, στον πέμπτο όροφο των γραφείων του κόμματος στην οδό Μποτέγκε Οσκούρε. «Το μόνο τραγούδι που δεν με σαγήνευσε ποτέ ήταν εκείνο της Βουλής»... «το αληθινό κόμμα θα το συναντούσα όχι στη Ρώμη αλλά στις πόλεις και τα χωριά που διέτρεχα, τώρα πια από Νότο προς Βορρά». Είχε επίσης αναλάβει, με επιλογή του Τολιάτι, τη διεύθυνση του πολιτιστικού τομέα του ΙΚΚ, αποφασισμένη να τελειώσει με τις παρεμβάσεις τού κόμματος στην κουλτούρα, την τέχνη, τη λογοτεχνία, την επιστήμη. Ταυτόχρονα, υπήρχε ένα μεγάλο κενό θεωρίας που έπρεπε να καλυφθεί, ο Γκράμσι δέσποζε στο κάδρο αλλά δεν επηρέαζε πολύ με τις ιδέες του. Τι ήταν αλήθεια ο ιταλικός μαρξισμός; Οι σχέσεις με τους σημαντικότερους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών της Ιταλίας και όχι μόνο -τον Βισκόντι, τον Παζολίνι, τον Καλβίνο, τον Παβέζε– μέλη του ΙΚΚ - αλλά και τον Σάρτρ, τον Αντόρνο, τον Λούκατς, τον Ντόϊτσερ, τον Κάρολ, σύντροφο της Ροσάντα, αργότερα τον Αλτουσέρ- ήταν στενές. Έγινε η πρέσβειρα της ανοιχτής σκέψης, της ελεύθερης δημιουργίας και της προσέγγισης του κόμματος με τον κόσμο της κουλτούρας και των ιδεών.
Διατρέχοντας το κόμμα, αφοσιωμένη στους αγώνες των τάξεων που αυτό εκπροσωπούσε και στη σχέση του με την ιταλική κοινωνία και τον κόσμο, διέτρεξε το κομμουνιστικό κίνημα του 20ού αιώνα. Από τον γυναικείο αγώνα, όπως τον έβλεπε γραφειοκρατικά το ΙΚΚ, προτίμησε την τάξη, αργότερα θα συναντήσει το φεμινιστικό κίνημα. Ήθελα εδώ να σημειώσω ότι ο αποκλεισμός των γυναικών από τη δημόσια σφαίρα τις στερεί από τη «δημόσια ευτυχία» και τη σύντομη ή διαρκέστερη αθανασία των ανθρώπινων πράξεων, οι οποίες εμφανίζονται δημόσια, εντυπώνονται και αναγνωρίζονται από τους άλλους. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι κατοικίδιο αλλά πολιτικό ον, που έρχεται στον κόσμο για να συνομιλήσει και ν’ αφήσει το αποτύπωμά του. Αυτή η δημοσιότητα δεν έχει καμιά σχέση με τη φαντασμαγορία των media, που αποτελεί για τους περισσότερους, δεξιούς και αριστερούς, τη δημοσιότητα της εποχής μας. Η Ροσάντα αφιερώθηκε στο δημόσιο χώρο. Μερικές γυναίκες θεώρησαν ότι θυσίασε τον εαυτό της. «Θυσιάστηκα; Σιγά. Δεν ένιωσα την έλλειψη ενός δωματίου δικού μου από τη στιγμή που είχα δικό μου τον κόσμο».
 Εν τω μεταξύ, άνοιξαν οι ουρανοί και έπεσαν οι καταιγίδες της Ανατολικής Ευρώπης πάνω στους κομμουνιστές και τα κομμουνιστικά κόμματα της Δύσης. Για τους νέους, η Σοβιετική Ένωση ήταν το Στάλινγκραντ και η νίκη κατά του φασισμού, για τους παλιούς η καταγωγή τους, η πίστη που έφτανε μέχρι την τύφλωση, το αντίπαλο δέος στο δυτικό κόσμο όταν ο ψυχρός πόλεμος λυσσομανούσε. Ίσως αρκετοί ήδη ήξεραν, είχαν ερωτηματικά και διαφωνίες. «Ο Τολιάτι μας εξαίρεσε από τις ευθύνες απέναντι στους Ανατολικούς. Που υπήρχαν, ήταν σίγουρα αδέλφια μας, αλλά ο αληθινός αδελφός μου ήταν στο Σέστο ή στην Πιρέλι». Η εποχή της αθωότητας πέρασε γρήγορα...
Δεν είχαν ακούσει τους πυροβολισμούς εναντίον των εργατών στο Βερολίνο το 1953, προπομπούς του τείχους της ανελευθερίας που διχοτόμησε την πόλη. Όταν, όμως, ο σοβιετικός στρατός εισέβαλε στην Ουγγαρία «για να υπερασπιστεί την ανεξαρτησία της», όπως φώναζε ο Αλικάτα, ενάντια στους εξεγερμένους εργάτες, η εμπιστοσύνη στο ΙΚΚ και την ηγετική ομάδα ράγισε και η ενότητα που διαφύλασσε ο Τολιάτι, αν και ο ίδιος ήξερε, δεν ήταν πια δεδομένη. «Εκείνες τις μέρες άσπρισαν τα μαλλιά μου –είναι αλήθεια ότι συμβαίνει αυτό– ήμουν τριανταδύο χρονών».
Όταν άνοιξαν οι πύλες της ΕΣΣΔ, μετά το συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, χωρίς αυτό να συνεπάγεται μεταρρύθμιση των ανατολικών καθεστώτων, και αναγνωρίστηκε επίσημα ο ζόφος της σταλινικής εποχής, η πορεία του ΙΚΚ μπήκε σε τροχιά αμφισβήτησης. «Αν δεν σε καταστρέψουν, οι κρίσεις εμπιστοσύνης έχουν τη χρησιμότητά τους». Η συνείδηση ότι το κόμμα δεν λέει πάντα αλήθεια και δεν είναι συμπαγές, ήταν μια εκκοσμίκευση.
Έκτοτε, θα διαμορφωθεί από τα πράγματα το ρεύμα της αριστεράς μέσα στο ΙΚΚ. Οι παλιοί ήταν μια ζωντανή ιστορία, αλλά ο Αμέντολα ή ο Παγιέτα δεν είχαν τις ίδιες απόψεις με τον Ινγκράο και υπήρχε και ο φιλοσοβιετικός Σέκια. Σύντομα κατάλαβε ότι για ορισμένους ο ιταλικός δρόμος δεν έβλεπε καμία ασυνέχεια στην κοινωνική δομή και το κράτος. Αντίθετα, για κείνη «αυτό που μετρούσε ήταν η μαγιά μας να βάλει σε ζύμωση όλη την κοινωνία, να γίνει κοινή η κριτική στην αστική τάξη ως σύστημα, να εξαπλωθεί εκείνη η αυτοσυνείδηση που είχε πάρει μορφή συγκεχυμένα στην Αντίσταση, όταν για δύο χρόνια περίπου έμοιαζε να είχαν γίνει όλοι κομμουνιστές. Με λίγα λόγια χρειαζόταν ένας άλλος τρόπος ζωής και παραγωγής ξεκινώντας από την συνειδητοποίηση του τι ήταν η ΕΣΣΔ και από τη δική μας σημερινή κατάσταση».
Γύρω απ’ αυτό το κομβικό ερώτημα, εξαιρετικά επίκαιρο και σήμερα στην νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, συγκροτήθηκε στον 20ό αιώνα όχι μόνο η σκέψη του Γκράμσι αλλά και των κριτικών διανοητών και κομμουνιστών, που διέτρεξαν τον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χώρο, μέσα ή δίπλα στα κομμουνιστικά κόμματα, συχνά διαφωνώντας.
Οι διανοούμενοι και οι πολιτικοί στοχαστές δεν έλειψαν από το ΙΚΚ. Ήταν πολλοί, όπως οι χαρακτήρες ενός μυθιστορήματος, τόσο μακριά και τόσο κοντά μας, τουλάχιστον οι περισσότεροι, για μας του ανανεωτικού κομμουνισμού στην Ελλάδα: Γκαλβάνο ντελλα Βόλπε, Σέρτζιο Γκαραβίνι, Λουτσιάνα Καστελίνα, Λούτσιο Μάγκρι, Αντόνιο Μπάνφι, Βαλεντίνο Παρλάτο, Λουΐτζι Πιντόρ, Φραντσέσκο Σκότι, Άλντο Τορτορέλα, Μπρούνο Τρεντίν, Μάριο Τρόντι, Φράνκο Φέρι, Βιτόριο Φόα. Δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν το ΙΚΚ από την πτώση.
Ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’50 ο σοσιαλιστικός κόσμος γινόταν πολυπολικός. Η επανάσταση στην Κίνα άνοιγε ένα νέο πεδίο, το οποίο η Ροσάντα παρακολούθησε συστηματικά. Η Κούβα ήταν πάντα στο βάθρο της. Όταν εκείνη βρέθηκε εκεί, μαζί με όλη τη διεθνή των επαναστατών, γνώρισε από κοντά τις πραγματικές αντιφάσεις μιας χώρας που στεκόταν όρθια σ’ ένα κόσμο περίπλοκο και εχθρικό. Το Βιετνάμ θα γίνει αργότερα, για το παγκόσμιο κίνημα και την ίδια, ένα σύμβολο αντίστασης και αγώνα, αλλά οι ευρωπαϊκές εξεγέρσεις στο Παρίσι και την Ιταλία είναι αυτές που θα βάλουν το ΙΚΚ ν’ αναμετρηθεί με τη σύγχρονη ιταλική κοινωνία και τη δυνατότητα της ριζικής αλλαγής της.
Τα παιδιά του ’68 «δεν αναζητούσαν το ΙΚΚ και εκείνο ήταν ανακουφισμένο που δεν μπερδεύονταν στα πόδια του». Όταν άρχισε το θερμό φθινόπωρο του 1969, ενώ είχε μεσολαβήσει η άνοιξη της Πράγας και η εισβολή των σοβιετικών τανκς στην Τσεχοσλοβακία, το μεγαλύτερο εργατικό κόμμα της δύσης δεν κατανόησε, τουλάχιστον στον ηγετικό πυρήνα, τον «πιο μεγάλο και σοφό εργατικό αγώνα της μεταπολεμικής περιόδου», στη διάρκεια του οποίου η εργατική τάξη έδειξε αποφασισμένη και δυνατή να αναλάβει τη διεύθυνση της παραγωγής. Η ζωή ήταν εκεί, αλλά το ΙΚΚ τακτοποιούσε τους λογαριασμούς του με τις εσωτερικές διαφωνίες, ώστε, διαρκώς μετεξελισσόμενο, να μεταλλαχθεί τόσο που να σβήσει οριστικά. Ο Μπερλινγκουέρ «θα ήταν ο γραμματέας του ιστορικού συμβιβασμού, της πραγματικής στροφής. Έπειτα απ’ αυτή δεν υπήρξαν άλλες στροφές, παρά μόνο διάλυση».
Η αποκαθήλωση των σημαντικών στελεχών της αριστερής τάσης του ΙΚΚ –της Ροσάντα, του Μάκγρι, του Πιντόρ, της Καστελίνα– ξεκίνησε στο 11ο Συνέδριο. Ο Ινγκράο μιλούσε ανοιχτά, αλλά δεν διεκδίκησε τον άλλο δρόμο για το ΙΚΚ, υποτιμώντας την προετοιμασία και τις μεθόδους της «φράξιας της πλειοψηφίας». Υπήρχε για όλη την αριστερή τάση η ηθική: δεν θα παρεισφρύσουμε στο κόμμα σαν σε ξένο σπίτι. Ακολούθησε η σφαγή σε δύο στάδια. «Μετά από τόσα χρόνια», λέει η Ροσάντα, «με έβγαζαν έξω από οποιαδήποτε θέση. Ήμουν στη γραμματεία μιας μεγάλης ομοσπονδίας, είχα ηγηθεί μιας εθνικής επιτροπής, ήμουν δημοτική σύμβουλος και, έστω χωρίς ενθουσιασμό, στη Βουλή... Δεν μπορούσα να το ανεχτώ. Πριν από είκοσι χρόνια είχα επιλέξει να δουλέψω στο κόμμα... και αντίθετα κατέληγα να είμαι βουλευτίνα, δηλαδή τίποτε. Ένοιωθα προσβεβλημένη και έξαλλη από θυμό». Τότε έπεσε με τα μούτρα σου νέους φοιτητικούς και εργατικούς αγώνες.
Το 1968 στη Γαλλία, ο Μάης νοηματοδοτούσε και ενσάρκωνε τις εξεγέρσεις της μεταπολεμικής εποχής. Το ΙΚΚ πήγαινε στις βουλευτικές εκλογές - 19 Μαΐου του ίδιου χρόνου. Η Ροσάντα αρνήθηκε την επανεκλογή της στη Βουλή και «έτρεξε στο Παρίσι να δει την επανάσταση».
Όταν, αργότερα, τα στελέχη της αριστερής τάσης του ΙΚΚ αποφάσισαν να βγάλουν το «Μανιφέστο», που είχε μαζική απήχηση, ενημέρωσαν τον Μπερλινγκουέρ, δεν ζήτησαν άδεια – θα τους έλεγαν όχι. «Παίζαμε μ’ ανοιχτά χαρτιά. Ήταν μια τίμια σχέση. Ο Ινγκράο προσπάθησε να μας αποτρέψει». Το εργατικό κίνημα του 1969 δικαίωνε το «Μανιφέστο» και πήγαινε ακόμα μακρύτερα. «Αντίθετα, η ηγεσία που μας δίκασε τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο ισχυρίστηκε πεισματικά ότι η εργατική εξέγερση ήταν μια αυταπάτη». Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία. Στις 24 Νοεμβρίου  συγκλήθηκε η Κεντρική Επιτροπή για τη διαγραφή τους. Η Ροσάντα μίλησε, το ίδιο και ο Άλντο Νατόλι – δεν του συγχώρεσαν ότι είπε «Δεν χρειάζεται ταυτότητα για να είναι κανείς κομμουνιστής». «Όχι, για να είναι κανείς κομμουνιστής δεν χρειαζόταν», θα σημειώσει εκείνη. «Μα για να δραστηριοποιήσεις μια χώρα χρειάζεται ένα μεγάλο κόμμα. Δεν ήταν το ΙΚΚ ή δεν ήταν πια». Η Κ.Ε. ενέκρινε τη διαγραφή τους. Μια ντουζίνα σύντροφοι ψήφισαν εναντίον ή απείχαν – «δεν κοίταξα τον Ινγκράο, τον Ραϊκλιν, τους φίλους, ενώ σήκωναν το χέρι για να μας αποκλείσουν».
Το ΙΚΚ, το βαρύ εκείνο κόμμα, που τόσοι και τόσες έκτισαν μέσα σε συνθήκες φασισμού, αντίστασης και μετά εργατικών αγώνων, δεν έσβησε από τη μία μέρα στην άλλη. Αιμορραγούσε, κόβοντας τα μέλη του, έχανε σε αφοσιωμένους συντρόφους και εγκατέλειπε μια επαναστατική κληρονομιά, γυμνό από νέες ιδέες, αγνοώντας τα ηχηρά μηνύματα της κοινωνίας, η οποία άλλαξε από τα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Δεν μιλήσαμε όταν έπρεπε για την ΕΣΣΔ, δεν συμπορευτήκαμε με τις φοιτητικές και εργατικές εξεγέρσεις, δεν στοχαστήκαμε ποια μπορεί να είναι και πώς θα πραγματοποιηθεί η επανάσταση στην Ιταλία, θα πει η Ροσάντα.
«Αμέσως μετά τον Τολιάτι, διαφαινόταν μια σύγκρουση για τη ζωή και το θάνατο όλων αυτών των πραγμάτων που ήταν μέρος της υπόστασης του ΙΚΚ, καθώς και της υπόστασης που θα μπορούσε ν’ αποκτήσει». Ο Ινγκράο δεν το κατάλαβε τότε, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το κόμμα το 1994.
Η αφήγηση της Ροσάνα Ροσάντα έχει το βάρος μιας ατομικής εμπειρίας που συμπορεύεται με την ιστορία με συνείδηση αυτού του γεγονότος. Τίποτε δεν είναι εύκολο για τους κομμουνιστές, κυρίως γι’ αυτούς που πιστεύουν στην οικοδόμηση ενός μαζικού κόμματος και στην περίπλοκη πολιτική και θεωρητική διαδικασία δημιουργίας ακατάλυτων δεσμών με τις λαϊκές τάξεις. Η βιογραφία της μπορεί να μας προσφέρει μια εξαιρετικά επίκαιρη συμπύκνωση των βασικών αρχών και των ιστορικών αντιφάσεων του ρεύματος του ανανεωτικού κομμουνισμού, τόσο ακτινοβόλου και ταυτόχρονα μειοψηφικού στην Ευρώπη του 20ού αιώνα. Αυτοί και αυτές που το διαμόρφωσαν και το εκπροσώπησαν στην ιταλική περίπτωση, έδωσαν στις έννοιες της στράτευσης, του αγώνα και της ηθικής, της θεωρητικής και πολιτικής οξυδέρκειας, της βαθιάς κοινωνικής εγγραφής και της δημοκρατίας, ένα τέτοιο περιεχόμενο που δεν επιτρέπει σε κανέναν -άτομο ή  ομάδα- ανέξοδες οικειοποιήσεις.
Είναι τραγικό ότι η συζήτηση για το νέο κόμμα, που θα γεννηθεί από το σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, διεξάγεται με απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σ’ αυτή την κληρονομιά. Δεν θα ήθελα να επιτρέψω, στο βαθμό που μου αναλογεί, το μέλλον της αριστεράς στην Ελλάδα να πιαστεί από τα  μαλλιά της εξάρτησης από τη συγκυρία και της άγνοιας.
       
Η Ελένη Πορτάλιου διδάσκει Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ και είναι επικεφαλής της Ανοιχτής Πόλης στο Δήμο Αθηναίων